Iπποφαές

image046

 

Το Ιπποφαές (Hippophae L.) είναι φυλλοβόλος θάμνος που ανήκει στην οικογένεια
των Ελαιαγνοειδών.

Ονομασία – Ιστορία
Αν και στη σύγχρονη Ελλάδα το ιπποφαές (αρχ. ιππόφαος, ιππόφεως, ιπποφανής)
χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια, στην αρχαιότητα η χρήση του ήταν πολύ
διαδεδομένη. Σχετικές αναφορές υπάρχουν σε κείμενα του Θεόφραστου, μαθητή
του Αριστοτέλη, αλλά κυρίως του Διοσκουρίδη, του πατέρα της Φαρμακολογίας. Το
όνομά του το οφείλει[εκκρεμεί παραπομπή] στα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που
παρατήρησαν ότι τα άρρωστα και τραυματισμένα άλογα που έτρωγαν τα φύλλα και
τους καρπούς του φυτού ανάρρωναν γρηγορότερα, αποκτούσαν περισσότερη δύναμη,
ενώ το τρίχωμά τους δυνάμωνε και γινόταν πιο λαμπερό. Η ονομασία στα λατινικά
του γένους Hippophae προέρχεται από τις λέξεις ίππος<ίππ(ο)- (άλογο) + -φαές,
ουδ. του -φαής<φάος (φως, λάμψη), άρα σημαίνει φωτεινό, λαμπερό άλογο.

Περιγραφή

Το κοινό είδος Ιπποφαές το ραμνοειδές (Hippophae rhamnoides) είναι μακράν το
πιο διαδεμένο, με ένα ευρύ φάσμα εξάπλωσης από τις Ατλαντικές ακτές της Ευρώπης
έως τη βορειοδυτική Κίνα. Στη δυτική Ευρώπη, είναι σε μεγάλο βαθμό περιορισμένο
σε παράκτιες περιοχές, όπου τα αλατούχα υδροσταγονίδια της θάλασσας εμποδίζουν
άλλα μεγαλύτερα φυτά να το ανταγωνιστούν, ενώ στην κεντρική Ασία είναι πιο
διαδεμένο σε ξηρές ημι-ερημώδεις περιοχές, όπου άλλα φυτά δε μπορούν να
επιβιώσουν σε ξηρές συνθήκες· επίσης εμφανίζεται στην κεντρική Ευρώπη και
Ασία ως υπο-αλπικός θάμνος πάνω από τη δεντρο-γραμμή στα βουνά και σε άλλες
ηλιόλουστες περιοχές όπως οι όχθες των ποταμών.

Το κοινό ιπποφαές έχει πυκνά, σκληρά και πολύ ακανθώδη κλαδιά. Τα φύλλα είναι
ανοιχτόχρωμα αργυρο-πράσινα, λογχοειδή, μήκους 3–8 cm και πλάτους λιγότερο
από 7 mm. Είναι δίοικο φυτό, με ξεχωριστά αρσενικά και θηλυκά φυτά. Το αρσενικό
παράγει καφέ άνθη, τα οποία παράγουν γύρη προς γονιμοποίηση με τη βοήθεια του
αέρα (ανεμόφιλο ή ανεμόγαμο φυτό).

Καρποί και φύλλα

Τα θηλυκά φυτά παράγουν πορτοκαλοκίτρινους σαρκώδεις καρπούς με διάμετρο
6–9 mm, μαλακούς, χυμώδεις και πλούσιους σε έλαια. Οι καρποί αποτελούν μια
σημαντική πηγή τροφής κατά τη χειμερινή περίοδο για τα πτηνά, κυρίως για τις
κεδρότσιχλες (αγγλ. fieldfares).

Τα φύλλα τρώγονται από τις προνύμφες του παράκτιου είδους μικρο-
πεταλούδας Eupithecia fraxinata, αλλά από προνύμφες και άλλων λεπιδόπτερων,
συμπεριλαμβανομένων των ειδών Euproctis chrysorrhoea, Cosmia trapezina,
Pavonia pavonia, Erannis defoliaria, Coleophora elaeagnisella.

Συγκομιδή

Η συγκομιδή είναι δύσκολη εξαιτίας της πυκνής ακανθώδους διάταξης μεταξύ των
καρπών σε κάθε κλαδί. Κοινή τεχνική συγκομιδής αποτελεί η απόσπαση ολόκληρου
του κλαδιού, αν και αυτό αποβαίνει καταστροφικό για το θάμνο και μειώνει τις
μελλοντικές συγκομιδές. Αν ένα κλαδί αφαιρεθεί με αυτήν τη μέθοδο και βρίσκεται
κοντά σε θερμοκρασία κατάψυξης, διευκολύνεται κατά πολύ η συλλογή των καρπών.
Τα κλαδιά που αποσπώνται, καταψύχονται σε −32°C, στη συνέχεια ανακινούνται ή
τρίβονται για την απομάκρυνση των καρπών.

Ο εργάτης έπειτα κοπανάει τους καρπούς για να απομακρύνει έως και το 95% των
φύλλων και άλλων υπολειμμάτων. Αυτό έχει ως συνέπεια το ελαφρώς μαλάκωμα
των καρπών επιφανειακά, καθώς η εργασία λαμβάνει χώρα σε θερμοκρασία
περιβάλλοντος (~ 20°C). Στη συνέχεια, οι καρποί ή ο πολτός των καρπών
αποθηκεύονται στην κατάψυξη.

Η πιο αποτελεσματική μέθοδος συγκομιδής των καρπών, χωρίς να τραυματιστούν τα
κλαδιά, είναι να γίνει χρήση ειδικού αναδευτήρα. Ο μηχανικός τρόπος συγκομιδής
αφήνει έως και 50% στο χωράφι και οι καρποί μπορούν να συγκομίζονται κάθε δύο
χρόνια. Με αυτά τα σχετικά σύγχρονα μηχανικά μέσα μπορούν να πάρουν μόνο
περίπου το 25% της παραγωγής που θα μπορούσε να συγκομιστεί.

Αφήστε μια απάντηση

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ